Αν η πρώτη απώλεια βαθμών της ΑΕΛ στο τρέχον πρωτάθλημα αποδοθεί αποκλειστικά στην κακιά στιγμή, τότε το επόμενο στραβοπάτημα είναι προ των πυλών.
Το «τσαφ» του Κίρε Ριστέβσκι στο 83ο λεπτό προφανώς προσφέρει το πέναλτι της ισοφάρισης σε μορφή δώρου στον Ολυμπιακό, πλην όμως ήταν μια αναποδιά που ερχόταν με… φόρα από το πρώτο λεπτό του δευτέρου ημιχρόνου.
Έτυχε να έλθει σ’ εκείνο το χρονικό σημείο, αλλά με την ίδια ευκολία θα μπορούσε να είχε έλθει νωρίτερα ή αργότερα, διότι μετά την ανάπαυλα (όχι μόνον η ανασταλτική λειτουργία, αλλά) η συνολική συμπεριφορά του λεμεσιανού συλλόγου στο ΓΣΠ ήταν ένα ανοικτό προσκλητήριο για το 1-1.
Και όσο ισχύει ότι ακόμη και με αυτήν την «αναιμική» εμφάνιση στο β’ μέρος η ΑΕΛ θα μπορούσε να είχε επιστρέψει από τη Λευκωσία με τους τρεις βαθμούς, άλλο τόσο ισχύει ότι θα μπορούσε να μείνει στην ισοπαλία ακόμη και με τη «σούπερ» παρουσία στο πρώτο ημίχρονο.
Μια δική της στιγμή έλλειψης συγκέντρωσης έφερε το γκολ του Ολυμπιακού, όπως μια στιγμή έλλειψης συγκέντρωσης των «μαυροπράσινων» έφερε το γκολ της ΑΕΛ. Και ακριβώς αυτό οφείλει να είναι το «καμπανάκι» εν όψει της συνέχειας για τον λεμεσιανό σύλλογο.
Η πιο ουσιαστική ατάκα του Ντούσαν Κέρκεζ στη συνέντευξη Τύπου ήταν το «έπρεπε να είχαμε τελειώσει το παιχνίδι στο πρώτο ημίχρονο». Όμως όλη η υπεροχή (6-0 τελικές, 72-28 κατοχή μπάλας) της ομάδας του δεν ήταν αρκετή να της δώσει πάνω από ένα γκολ -από στημένη μπάλα στις καθυστερήσεις.
Αυτή η αναποτελεσματικότητα, αυτή η αδυναμία μετουσίωσης της υπεροχής σε γκολ, «ναρκοθέτησε» ουσιαστικά την κατάκτηση των τριών βαθμών. Ο Ολυμπιακός πολύ δύσκολα θα «γυρνούσε» στον αγώνα από ένα 0-2, όπως αυτό που είχε πετύχει η ΑΕΛ στο πρώτο ημίχρονο του εντός έδρας αγώνα της με την Πάφο, ή από ένα 0-3. Από το 0-1 όμως «γύρισε» και στέρησε δύο βαθμούς στην αντίπαλό του.